- Γλαυκίππῃ
- Γλαυκίππηfem dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γλαυκίππη — fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γλαυκίππην — Γλαυκίππη fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Glavcippe — GLAVCIPPE, es, Gr. Γλαυκίππη, ης, (⇒ Tab. XVIII.) eine von den funfzig Töchtern des Danaus, die, nach einigen, den Potamon, Apollod. lib. II. c. 1. §. 5. nach andern aber den Niavius, zu ihrem Bräutigame bekam, ihn aber die erste Hochzeitnacht… … Gründliches mythologisches Lexikon
γλαυκός — I Ονομασία διαφόρων ποταμών της αρχαιότητας. 1. Ποταμός της Αχαΐας, που πήγαζε από τις πλαγιές του Παναχαϊκού και εξέρεε στα νότια της Πάτρας. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο σημερινό ποταμό, τον γνωστό και με την ονομασία Λέκας. 2. Μικρός ποταμός της… … Dictionary of Greek